Ο Fulgencio Batista Zaldívar γεννήθηκε το 1901 στη περιοχή Banes της Κούβας, μόλις λίγα…χιλιόμετρα μακριά από το Las Manacas όπου ζούσε η οικογένεια του Φιντέλ Κάστρο, που έγινε ο μεγαλύτερος εχθρός του και τελικά τον γκρέμισε από την εξουσία. Ο Μπατίστα ήταν γνωστός με το παρατσούκλι El Hombre, δηλαδή «Ο Άνδρας».

Τα παιδικά του χρόνια ήταν φτωχικά ζώντας με τους γονείς και τα αδέρφια του σε μια παράγκα, χωρίς τρεχούμενο νερό και τουαλέτα.
Για να ενισχύσει το εισόδημα της οικογένειας δούλευε από μικρός σε γραφεία, χωράφια και λιμάνια ή κάνοντας θελήματα σε στρατιώτες. Παράλληλα προσπαθούσε να τελειώσει το σχολείο και να μορφώνεται, ακόμη και όταν έγινε υπάλληλος του σιδηρόδρομου όπου εξασφάλισε ένα σταθερό εισόδημα.

Ο Μπατίστα το 1935…

Ο λοχίας που έγινε πρόεδρος της Κούβας
Στα 20 του κατατάχτηκε στον στρατό, όπου εκτός από τα όπλα ειδικεύτηκε στη στενογραφία. Μετά την αποστράτευσή του, κατατάχτηκε εκ νέου το 1923 όπου για τα επόμενα δέκα χρόνια υπηρέτησε ως μόνιμος λοχίας.
Το διάστημα αυτό ήρθε σε επαφή με φοιτητές, συνδικαλιστές και στρατιωτικούς, που αντιδρούσαν στο αυταρχικό καθεστώς.
Το 1933 με τη βοήθεια των Ηνωμένων Πολιτειών, η «επανάσταση των λοχιών» όπως έμεινε γνωστή, πέτυχε. Ο Μπατίστα είχε πλέον πρωταγωνιστικό ρόλο στη νέα κυβέρνηση που σχηματίστηκε υπό τον Ramón Grau San Martín. Με τον βαθμό του συνταγματάρχη ανέλαβε αρχηγός του στρατεύματος. Στην πραγματικότητα όμως ήταν αυτός που «κινούσε τα νήματα».
Σε περίπου 100 ημέρες έκανε τον Grau να παραιτηθεί και τη θέση του να πάρουν διαδοχικά άλλοι τρεις πρόεδροι που κυβέρνησαν 11, 7 και 5 μήνες αντίστοιχα. Για 4 χρόνια τυπικά ηγέτης της Κούβας ήταν ο Federico Laredo Brú, αλλά και αυτός ήταν άλλη μια «μαριονέτα» στα χέρια του Μπατίστα. Χωρίς δισταγμό κατέπνιξε με τα όπλα οποιαδήποτε επαναστατική κίνηση και εκτελούσε όσους εναντιώνονταν στο καθεστώς. Παράλληλα όμως, ασκούσε και κοινωνική πολιτική, όπως το χτίσιμο σχολείων.
Το 1940 παραιτήθηκε από τον στρατό και συνεργαζόμενος με το μικρό τότε Κομμουνιστικό Κόμμα της Κούβας, κατέβηκε στις εκλογές, όπου κέρδισε και έγινε πρόεδρος της χώρας. Ήταν η πρώτη περίοδος της προεδρίας του, όπου άσκησε προοδευτική πολιτική. Μεταξύ άλλων αναμόρφωσε το Σύνταγμα εισάγοντας προοδευτικές διατάξεις για την εργασία και τους εργαζόμενους, την ασφάλεια και την οικονομία.

Ο Μπατίστα με τον μαφιόζο Μάγερ Λάνσκι…

Η σχέση με τη Μαφία και η βοήθεια των ΗΠΑ
Τότε γνώρισε και για πρώτη φορά τον Αμερικανό «λογιστή» της Μαφίας Μάγερ Λάνσκι. Με τις ευλογίες του Μπατίστα και με τη βοήθεια του Λάκι Λουτσιάνο, ο μαφιόζος έκανε τις πρώτες κινήσεις για τη λειτουργία καζίνο Το 1944 ο Μπατίστα όμως δεν επανεξελέγη και έφυγε για τη Φλόριντα και τη Νέα Υόρκη.
Εκεί συνέχισε τις επαφές με τη Μαφία στην οποία έταξε πολυτελή καζίνο και μυθικά κέρδη, αν τον βοηθούσαν να πάρει και πάλι την εξουσία. Όταν επέστρεψε μετά από 4 χρόνια, ίδρυσε δικό του κόμμα για να λάβει μέρος στις εκλογές του 1952. Όλα έδειχναν ότι θα ερχόταν τρίτος στην προτίμηση των Κουβανών. Άρα οι εκλογές ήταν περιττές και για να ανέβει στην εξουσία, με τη βοήθεια του στρατού έκανε αναίμακτο πραξικόπημα και αυτοανακηρύχθηκε πρόεδρος.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες στάθηκαν πάλι στο πλευρό του αναγνωρίζοντας την «κυβέρνησή» του. Πολλοί υποστηρίζουν ότι η συμμετοχή του παλιόφιλου μαφιόζου Λάνσκι ήταν καθοριστική, λέγοντας ότι έδωσε 250 χιλιάδες δολάρια στον αιρετό πρόεδρο για να παραιτηθεί. Ένα μήνα μετά το πραξικόπημα, ο Νίξον έκανε περιοδεία στα καζίνο της Αβάνας.
Το «Λατινικό Λας Βέγκας»
Ο Μπατίστα αυτή τη φορά δεν είχε καμία έννοια στο μυαλό του για την κοινωνία. Οι μοναδικές του επιδιώξεις ήταν αφενός να γίνει αποδεκτός από την ελίτ της Κούβας, που μέχρι τότε «δεν του άνοιγε τις πόρτες» και αφετέρου να πλουτίσει. Σε αυτό θα βοηθούσε ο Λάνσκι τον οποίο ο δικτάτορας προσέλαβε σαν άτυπο «υπουργό τζόγου». Ο μαφιόζος αναζωπύρωσε τα τυχερά παιχνίδια και έπεισε μερικούς αρχηγούς της Μαφίας να κάνουν επενδύσεις σε ένα νέο επιχειρηματικό τομέα: τα ξενοδοχεία – καζίνο.
Σύντομα η Κούβα έγινε γνωστή ως το «Λατινικό Λας Βέγκας» και ο τουρισμός εκτοξεύτηκε στα ύψη. Τα κέρδη της μαφίας έφταναν τα 100 εκατομμύρια δολάρια τον χρόνο και το ξέπλυμα χρήματος ήταν στα φόρτε του. Το ίδιο και η πορνεία. Οι αστυνομικοί «έπαιζαν» τον ρόλο του προστάτη στις χιλιάδες γυναίκες που ικανοποιούσαν τις ορέξεις των τουριστών.
Θραύση επίσης έκανε και το εμπόριο ναρκωτικών όπως η μαριχουάνα και κυρίως η κοκαΐνη. Η Κούβα είχε μετατραπεί σε κέντρο διανομής. Όπως έγραφαν τα περιοδικά της εποχής, «στην Αβάνα ήταν λίγο πιο δύσκολο να βρεις ναρκωτικά από ότι ένα μπουκάλι ρούμι και μάλιστα σε φτηνή τιμή». Από παντού ο Μπατίστα έπαιρνε ένα γενναίο μερίδιο που κυμαίνονταν από 10 – 30%, μεγαλώνοντας καθημερινά την περιουσία του. Μανιώδης παίκτης και ο ίδιος βοήθησε να κλείσουν οι χαρτοπαικτικές λέσχες που ανταγωνίζονταν τα καζίνο.
Όσοι ιδιοκτήτες αντιστάθηκαν, «εξαφανίστηκαν» χωρίς η αστυνομία να τους αναζητήσει ποτέ. Όσοι υποχώρησαν και γλίτωσαν τα κεφάλαιά τους, τα επένδυσαν στις φυτείες ζάχαρης. Ο Λάνσκι κατασκεύασε το δικό του ξενοδοχείο Riviera με κρατική χρηματοδότηση, όπως έκαναν και άλλοι γκάνγκστερ. Η Κούβα είχε πλέον διάσημα ονόματα να τη διασκεδάζουν όπως τον Tony Bennet που τραγουδούσε στο San Souci, την Ginger Rogers στο Copa, τον Nat King Cole στο Tropicana και τον Frank Sinatra και τον John Wayne, που έμεναν συχνά στο Hotel Nacional. Η κρατική διαφθορά είχε ξεφύγει πέρα από κάθε όριο και η Κούβα είχε μετατραπεί σε έναν μεγάλο και αμαρτωλό «παιχνιδότοπο».

Αμερικανός τουρίστας στην Αβάνα. Από τη συλλογή Ugly American του Constantino Arias

Ο δικτάτορας με το σκληρό πρόσωπο που έπαιρνε μερίδιο από το τζόγο, την πορνεία και τα ναρκωτικά Η δημόσια περιουσία της είχε κυριολεκτικά ξεπουληθεί. Ο John F. Kennedy έλεγε ότι, «το 1959 οι αμερικανικές επιχειρήσεις κατείχαν στην Κούβα: το 40% της καλλιεργήσιμης γης ζαχαρότευτλων, το 100% των ράντσων βοοειδών, το 90% των ορυχείων, το 100% των εταιρειών πετρελαιοειδών και πουλούσαν τα 2/3 των εισαγόμενων προϊόντων που έφταναν στη χώρα».
Η μεγάλη εταιρεία τηλεπικοινωνιών ITT, παρουσία του Αμερικανού πρέσβη Gardner, έκανε δώρο στον Μπατίστα ένα χρυσό τηλέφωνο ως «ένδειξη ευγνωμοσύνης» για τη στήριξη που της παρείχε στην Κούβα. Ο εκάστοτε Αμερικανός πρέσβης ήταν συνήθως ο δεύτερος ισχυρότερος άνδρας στη χώρα. Σε αντάλλαγμα, οι ΗΠΑ προμήθευαν με οπλισμό τελευταίας τεχνολογίας το στράτευμα και την αστυνομία του δικτάτορα, ώστε να αποκρούει κάθε αντιστασιακή φωνή.

Το χρυσό τηλέφωνο που έκανε δώρο η ΙΤΤ στο Μπατίστα

Για να φτιάξει το προφίλ του ο Μπατίστα έφτιαχνε δρόμους, τούνελ και εθνικές οδούς όπως την Havana-Varadero, το αεροδρόμιο Rancho Boyeros, σιδηροδρομικές γραμμές και υποθαλάσσια τούνελ.

Κάθε αντίθετη άποψη ή οργάνωση για τα έργα και τις ημέρες της Μαφίας και του προέδρου Μπατίστα, αντιμετωπιζόταν με απόλυτη και ανεξέλεγκτη βία.
Ο Τύπος λογοκρινόταν, οι πολιτικοί εξορίζονταν και ο φτωχός λαός υπέφερε. Η ανεργία μεγάλωνε συνεχώς και οι νέοι επιστήμονες που έβγαιναν από τα πανεπιστήμια δεν έβρισκαν πουθενά να δουλέψουν.
Η τρομοκρατία όμως βασίλευε. Στις 26 Ιουλίου του 1953, ένα χρόνο μετά το πραξικόπημα ο νεαρός δικηγόρος Φιντέλ Κάστρο μαζί με λίγους συντρόφους του επιτέθηκαν στο στρατόπεδο Moncada του Σαντιάγο.
Οι δυνάμεις του επαναστάτη δικηγόρου νικήθηκαν και πολλοί επαναστάτες εκτελέστηκαν.
Ήταν η γέννηση του κινήματος της 26ης Ιουλίου, που αργότερα θα έδιωχνε τον δικτάτορα από τη χώρα. Το 1954 ο Μπατίστα έκανε εκλογές για τα «μάτια του κόσμου», καθώς τα κόμματα τις μποϋκοτάρισαν. Το 1955 οι αντικαθεστωτικές διαμαρτυρίες των φοιτητών πλήθαιναν, με τη συμμετοχή άνεργων Κουβανών. Εκείνη τη χρονιά ο δικτάτορας έκλεισε το Πανεπιστήμιο της Αβάνας, το οποίο άνοιξε πάλι μετά την επανάσταση του Κάστρο. Την επόμενη χρονιά κατέστειλε την Επανάσταση των Φτωχών, που οργάνωσε ο στρατηγός Ramón Barquín.
Η Μυστική Αντικομμουνιστική Αστυνομία (Buró de Represión de Actividades Comunistas), που είχε ιδρύσει από τις αρχές της δεκαετία του 1950, έσπερνε διαρκώς το φόβο και τον τρόμο. Οι βασανισμοί και οι εκτελέσεις ήταν καθημερινό φαινόμενο και επίσημος προμηθευτής και καθοδηγητής της BRAC, ήταν η CIA. Εκτιμάται ότι στα χρόνια της δικτατορίας Μπατίστα, δολοφονήθηκαν περίπου 20 χιλιάδες Κουβανοί πολίτες. Το κίνημα του Κάστρο όμως καθημερινά μεγάλωνε και πλέον αποτελούσε σοβαρό κίνδυνο για τον Μπατίστα.
Ο δικτάτορας κυνηγώντας τον μελλοντικό ηγέτη της Κούβας, έδωσε το ελεύθερο στη μυστική αστυνομία να βασανίζει και να εκτελεί αδιακρίτως. Η κίνησή του αυτή έκανε 45 οργανώσεις δικηγόρων, οδοντιάτρων, αρχιτεκτόνων, λογιστών και άλλων ειδικοτήτων, να υπογράψουν δήλωση συμπαράστασης στο επαναστατικό κίνημα του Κάστρο. Ο Μπατίστα πλέον δεν είχε απέναντί του μόνο τους φτωχούς Κουβανούς, αλλά και τη μεσαία τάξη της χώρας του. Ο Κάστρο ξεκινούσε την νικηφόρα πορεία που σύντομα θα κατέληγε στην ανατροπή του.
Τον Μάρτιο του 1958 η αμερικανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι δεν θα πωλούσε πλέον αεροπλάνα, τανκς, πλοία, βόμβες ναπάλμ και όπλα στην Κούβα. Τον Δεκέμβριο ο Αμερικανός πρέσβης τον ενημέρωνε, ότι πλέον οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα υποστήριζαν άλλο το καθεστώς του. Όλο αυτό το διάστημα, οι υποτακτικοί του Λάνσκι έστελναν όπλα στον Μπατίστα για να τον βοηθήσουν, αλλά δεν αυτό δεν ήταν αρκετό.
Ανήμερα της πρωτοχρονιάς του 1959, ο δικτάτορας παρατούσε το πάρτι στη μέση για να διαφύγει με αεροπλάνο από τη χώρα. Μαζί ταξίδευαν η οικογένεια και οι στενοί του συγγενείς μαζί με 40 αξιωματούχους του καθεστώτος.
Στις αποσκευές εκτός από ρούχα και άλλα είδη, είχε και περίπου 700 εκατομμύρια δολάρια, που είχε «κερδίσει» από τη διαφθορά και τον τρόμο που έσπειρε στη Κούβα.
Οι Αμερικάνοι που τόσο τον είχαν βοηθήσει, του αρνήθηκαν το άσυλο και τελικά βρήκε καταφύγιο στην Πορτογαλία. Στις 8 Ιανουαρίου του 1959 ο Φιντέλ Κάστρο και οι άνδρες του έμπαιναν στην Αβάνα….

Σχόλια