Το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου αναγνώρισε την καταχρηστικότητα των απολύσεων δεκάδων απολυμένων, αποδεχόμενο το γεγονός ότι υπήρξαν πλήρως αναίτιες και αναιτιολόγητες, δεν υπαγορεύτηκαν από κανέναν αντικειμενικό λόγο, αλλά αποφασίστηκαν με ταπεινά κίνητρα και λόγω της αντιπάθειας που δημιουργήθηκε απέναντί τους, εξαιτίας της συμμετοχής τους σε συλλογικές δράσεις του επιχειρησιακού σωματείου, αλλά και δικαστικές διαδικασίες που εκκίνησε ομαδικά το επιχειρησιακό σωματείο κατά της αντιδίκου, προς ακύρωση αντεργατικών μέτρων περί διευθέτησης του χρόνου εργασίας.
Το δικαστήριο αναγνώρισε ότι η συνδικαλιστική αυτή δράση, δυσαρέστησε την καθής εργοδότρια εταιρεία, η οποία δια της απολύσεώς τους θέλησε να δηλώσει με τον πλέον ξεκάθαρο και κατηγορηματικό τρόπο ότι τέτοιες συμπεριφορές και πρωτοβουλίες, όχι απλώς δε θα γίνονται ανεκτές στους κόλπους της, αλλά ότι θα πατάσσονται δια της πλήρους και οριστικής απομακρύνσεως ακόμα και μεγάλου αριθμού υπαλλήλων από τις θέσεις εργασίας τους, αρκεί να περνάει με τον πλέον σαφή τρόπο το μήνυμα στους λοιπούς εργαζομένους για το ποια τύχη τους επιφυλάσσεται αν δεν συμμορφώνονται με τις αποφάσεις της, ακόμα και αν αυτές παραβαίνουν πλήθος εργατικών ρυθμίσεων.
Εν προκειμένω δε η στάση που επέλεξε να τηρήσει προς τους εργαζομένους της η αντίδικος εταιρεία καθίσταται και έτι καταχρηστικότερη, δεδομένου ότι απέναντί της δεν είχε μέλη ενός ιδεοληπτικού σωματείου, έτοιμου να αντιταχθεί σε οποιαδήποτε απόφασή της ή ένα σωματείο με το οποίο δεν μπορούσε να συνδιαλλαχθεί. Αντιθέτως, όπως και από την ενώπιόν του δικαστηρίου διαδικασία προέκυψε, το σωματείο και τα μέλη του, προκειμένου να διασφαλίσουν και τις θέσεις εργασίας τους, πολλάκις «έβαλαν πλάτη» συναινώντας σε μέτρα που έπλητταν τους ίδιους και τις μηνιαίες τους αποδοχές, όπως ήταν η συμφωνία που κατέληξαν για την περίοδο 1-10-2013 έως 31-5-2014 περί διευθέτησης του χρόνου εργασίας.
Αντίθετα δε όταν οι εργαζόμενοι διαπίστωσαν ότι για το επιγενόμενο χρονικό διάστημα δεν υπήρχε ανάγκη διατήρησης ενός μειωμένου ωραρίου, πολλώ δε μάλλον επιβολής συστήματος εκ περιτροπής εργασίας παροχής εργασίας, το οποίο πρότεινε η εταιρεία και αντιτάχθηκαν στην εφαρμογή του, η απάντηση της εταιρείας υπήρξε δριμεία, ενώ κατέληξε στις επίδικες απολύσεις, οι οποίες αποτέλεσαν την κορύφωση της εν γένει αντισυνδικαλιστικής δράσης που ανέπτυξε η εταιρεία.
Το γεγονός δε αυτό προκύπτει πέραν πάσης αμφιβολίας και από την χρονική αλληλουχία των γεγονότων. Συγκεκριμένα, τον Οκτώβριο του 2014, ήτοι λίγους μήνες μετά τη λήξη της περιόδου όπου σωματείο και διοίκηση είχαν καταλήξει σε συμφωνία περί μείωσης του εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας, και αφού είχε παρέλθει και η τουριστική περίοδος (σημ. η εταιρεία προβαίνει σε τέτοια μέτρα πάντοτε αφού παρέλθει η τουριστική περίοδος), η διοίκηση κάλεσε εκ νέου το σωματείο σε διαβούλευση για επιβολή συστήματος εκ περιτροπής εργασίας.
Το σωματείο κατά τη διάρκεια της διαβούλευσης διαπίστωσε με βάση τα προσκομισθέντα στοιχεία ότι καμία απολύτως συρρίκνωση, είτε του κύκλου εργασιών της, είτε των εισπράξεων, είτε των επισκεπτών, είτε εν γένει του όγκου και του αντικειμένου της εκμετάλλευσής της δεν έχει επέλθει, με αποτέλεσμα να μη δώσει τη συναίνεσή του για την εκ νέου μείωση του ωραρίου των εργαζομένων.
Η διοίκηση τότε προχώρησε σε μονομερή επιβολή συστήματος εκ περιτροπής εργασίας, διάρκειας από τον Νοέμβριο του 2014 μέχρι και τον Μάιο του 2015.
Στην μονομερή αυτή ενέργεια της εταιρείας οι εργαζόμενοι, ασκώντας νόμιμο δικαίωμά τους, κατέθεσαν τον Μάρτιο του 2015 αγωγή περί ακύρωσης του επιβληθέντος μέτρου εκ περιτροπής εργασίας, ενώ επί τεταμένου κλίματος λίγο καιρό αργότερα συμμετείχαν δυναμικά στην προκηρυχθείσα από την δεύτερη εξ ημών διήμερη απεργιακή κινητοποίηση στις 11 και 12 Απριλίου του 2015. Τα δύο αυτά γεγονότα ενόχλησαν ιδιαιτέρως την εταιρεία, ενώ αμέσως μετά από την διεξαγωγή της απεργιακής κινητοποίησης η αντίδικος έδειξε το πραγματικό της πρόσωπο, ενώ κατά τον ίδιο χρόνο έλαβε, κατά ομολογία και του ίδιου του μάρτυρα της αντιδίκου, και την απόφαση περί καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας των αιτούντων, την οποία υλοποίησε λίγους μήνες αργότερα.
Συγκεκριμένα, όπως και από την ενώπιόν του δικαστηρίου διαδικασία προέκυψε, μετά την απεργία του Απριλίου του 2015, οι απεργοί μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και οι αιτούντες, δέχθηκαν απειλές περί απολύσεων και έντονες πιέσεις, προκειμένου να παραιτηθούν από ασκηθείσες κατά της εταιρείας αγωγές και να διαγραφούν από το σωματείο, δέχθηκαν πειθαρχικές διώξεις για ανυπόστατες αιτίες, περιορίστηκε η πρόσβαση που τους παρείχετο στα ηλεκτρονικά προγράμματα της εταιρείας, ενώ συνεχίστηκε και η αταξία στην καταβολή των μηνιαίων τους αποδοχών, τη στιγμή μάλιστα που η εταιρεία επιβράβευσε τους απεργοσπάστες και με μπόνους ύψους 200 €!!! Η ίδια δε τακτική από την πλευρά της εταιρείας διατηρήθηκε και μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου και τον Δεκέμβριο του 2015, οπότε έλαβαν χώρα και οι επίδικες καταγγελίες.
Ο μόνος δε λόγος για τον οποίο η εταιρεία δεν προέβη άμεσα στις καταγγελίες αυτές, ήτοι εντός του Απριλίου του 2015, ήταν ότι προ των πυλών βρισκόταν η τουριστική περίοδος, κατά την οποία είχε ανάγκη από επαρκές και εξειδικευμένο προσωπικό, δεδομένου μάλιστα ότι η εκπαίδευση ενός νεοπροσλαμβανόμενου υπαλλήλου μπορεί να διαρκέσει πολύ καιρό, καθώς πρέπει να περάσει από σχολή και εν συνεχεία να εξασκηθεί, ώστε να είναι παραγωγικός στη διαδικασία διεξαγωγής των τυχερών παιγνίων. Με το τέλος όμως της τουριστικής περιόδου και συγκεκριμένα στις 30-10-2015, προέβη στις πρώτες απολύσεις, οι οποίες κλιμακώθηκαν κατά τον μήνα Δεκέμβριο του ίδιου έτους και συνεχίστηκαν και στις αρχές του επόμενου.
Οι εργαζόμενοι δε στο μεσοδιάστημα είχαν αντιληφθεί πλήρως τις προθέσεις της εταιρείας, για το λόγο μάλιστα αυτό προέβαιναν συνεχώς σε καταγγελίες προς το σωματείο, τις οποίες το ίδιο κοινοποιούσε στη δεύτερη εξ ημών Ομοσπονδία, ζητώντας την προστασία τους από την αντεργατική και καταχρηστική συμπεριφορά της αντιδίκου, εκφράζοντας ανοικτά τους φόβους και την αγωνία τους για την τύχη των εργασιακών τους σχέσεων, οι οποίοι εν τέλει δυστυχώς επιβεβαιώθηκαν με τις επίδικες καταγγελίες.
Όλα τα παραπάνω αποδείχθηκαν στο δικαστήριο, από τον μάρτυρα των εργαζομένων και εκπρόσωπο τύπου της ΓΣΕΕ κ. Δ. Καραγεωργόπουλο. Να σημειώσουμε ότι η ΓΣΕΕ, η ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΤΥΧΕΡΩΝ ΠΑΙΧΝΙΔΙΩΝ και το ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΡΟΔΟΥ, άσκησαν πρόσθετες παρεμβάσεις στο δικαστήριο υπέρ των απολυμένων.
Ο Αντιπρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων στο Καζίνο Ρίο Δημήτρης Καραγεωργόπουλος δήλωσε:
«Πρωτοχρονιά στις δουλειές τους δεκάδες απολυμένοι του Καζίνο της Ρόδου, με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου. Δεν υπάρχει καλύτερος “μποναμάς” για τους συναδέλφους!
Πραγματικά ως μάρτυρας υπεράσπισής τους σε αυτό το δικαστήριο, αισθάνομαι πολύ μεγάλη ικανοποίηση και χαρά.
Συγχαρητήρια στο ΣΥΛΛΟΓΟ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΚΑΖΙΝΟ ΡΟΔΟΥ,
Συγχαρητήρια στην ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΤΥΧΕΡΩΝ ΠΑΙΧΝΙΔΙΩΝ,
Συγχαρητήρια στο ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΡΟΔΟΥ,
Συγχαρητήρια στη ΓΣΕΕ.
Όλοι μαζί συντονιστήκαμε και πετύχαμε στην εκπνοή του 2016 να δώσουμε χαρά στις οικογένειες των συναδέλφων.
Νεότερα σε λίγο.
Υ.Γ. Οι “πουθενάδες”, για τους οποίους σας μίλησα χθες, αλήθεια επιμένουν να μιλάνε και σήμερα περί “συνδικαλιστικών μορφωμάτων”, αναφερόμενοι στην μεγάλη και ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ οικογένεια των εργαζομένων στα ιδιωτικά Καζίνο;;;»