Στην Ελλάδα, δυστυχώς δεν υπάρχει θεσμοθετημένο πλαίσιο οικονομικής συμμετοχής των εργαζομένων στις επιχειρήσεις που απασχολούνται, παρότι πλέον η θεσμοθέτηση ενός τέτοιου πλαισίου θα έλεγε κανείς ότι είναι απαραίτητο, προκειμένου να καλύψει ανάγκες και να ρυθμίσει καταστάσεις που de facto έχουν πλέον δημιουργηθεί. Έχει έρθει η ώρα, με δεδομένη την πολυετή οικονομική κρίση που βιώνει η χώρα μας και την συρρίκνωση του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων, να επεξεργασθεί η πολιτεία ένα πλαίσιο που θα διευκολύνει τη συμμετοχή των εργαζομένων στην επιχείρηση που εργάζονται, καθώς μια τέτοια εναλλακτική φαίνεται να αναδεικνύεται σε μηχανισμό διάσωσης. Η φιλοσοφία εντός τέτοιου μοντέλου εδράζεται στην αρχή ότι δεν πρέπει να έχεις κεφάλαιο, αλλά μπορείς να συμμετέχεις σε αυτό μέσω της εργασίας σου, ενώ στόχος είναι η δημιουργία και η διατήρηση βιώσιμων θέσεων εργασίας, η βελτίωση της ποιότητας ζωής των εργαζομένων, η δημοκρατική αυτοδιαχείριση και η προώθηση της τοπικής ανάπτυξης.
Εκφράζεται η ελπίδα ότι πολλές επιχειρήσεις που βρίσκονται σήμερα στα πρόθυρα χρεοκοπίας, με κίνδυνο να δημιουργήσουν χιλιάδες άνεργους, μπορούν να διασωθούν και να παραμείνουν ενεργές αν η διοίκηση αυτών αναληφθεί από τους εργαζόμενους, σε συνδυασμό με οικονομικά σχέδια αναδιάρθρωσης, προνομιακές φοροαπαλλαγές και χρηματοπιστωτικά προγράμματα που θα βοηθήσουν τη διαδικασία εξυγίανσης.
Αν προσπαθούσαμε να εντοπίσουμε τρέχοντα ελληνικά παραδείγματα επιχειρήσεων, στις οποίες παρεμβλήθηκαν οι εργαζόμενοι, διεκδικώντας τη διάσωσή τους, θα ξεχωρίζαμε την ΒΙΟΜΕ και την Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία, στις οποίες παρότι υπάρχει η κινητοποίηση των εργαζομένων, δεν υπάρχει το νομικό πλαίσιο.
Μοναδική απόπειρα νομοθετικής παρεμβάσεως αποτέλεσε το άρθρο 32 του Ν. 4109/2013, «κατά το οποίο σε περίπτωση οριστικής παύσης ή διακοπής τουλάχιστον επί εξάμηνο της λειτουργίας ραδιοφωνικού σταθμού ή καθυστέρησης καταβολής επί τετράμηνο των αποδοχών στο 1/3 τουλάχιστον του προσωπικού ή του 1/3 των συνολικών αποδοχών του από τους υπόχρεους προς τούτο, η άδεια λειτουργίας του ραδιοφωνικού σταθμού ανακαλείται από τον ως τότε αδειούχο της και ύστερα από αίτηση που υποβάλλεται στο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης από το ήμισυ πλέον ενός τουλάχιστον των εργαζομένων −περιλαμβανομένου του 1/3 τουλάχιστον των δημοσιογράφων αν πρόκειται για ενημερωτικό σταθμό − χορηγείται σε αυτούς άδεια ίδρυσης, εγκατάστασης και λειτουργίας τοπικού ραδιοφωνικού σταθμού στην αντίστοιχη συχνότητα με πρόταση του Ε.Σ.Ρ. και απόφαση του Υπουργού Τύπου και Μ.Μ.Ε.»
Ωστόσο στην πράξη παρατηρούνται και άλλες περιπτώσεις, όπου οι πρώην εργαζόμενοι ανενεργών ή ακόμα και ενεργών, αλλά με επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεων επιχειρήσεων, πήραν τις τύχες στα χέρια τους, κρίνοντας ότι μόνο δια της παρεμβάσεώς τους θα εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα των θέσεων εργασίας.
Παραδείγματα τέτοιας συμμετοχής είναι οι περιπτώσεις των εργαζομένων της Εφημερίδας των Συντακτών και του Καζίνο Ρίο, οι οποίοι έχουν σχεδόν παράλληλες πορείες.
Στην ΕφΣυν οι συζητήσεις και οι προβληματισμοί για την έκδοση της εφημερίδας ξεκίνησαν από τις αρχές του 2012. Η ζύμωση κράτησε αρκετούς μήνες και η ιδέα αποκρυσταλλώθηκε το καλοκαίρι, για ένα ημερήσιο απογευματινό φύλλο με τίτλο «Η Εφημερίδα των Συντακτών». Στις 4 Σεπτεμβρίου 2012 ολοκληρώθηκε η σύνθεση της διευθυντικής ομάδας με την εκλογή ως διευθυντή του Νικόλα Βουλέλη και αμέσως άρχισε η προετοιμασία για την κυκλοφορία του πρώτου φύλλου. Την 1η Νοεμβρίου δόθηκε συνέντευξη Τύπου στην ΕΣΗΕΑ, όπου ανακοινώθηκε επισήμως η έκδοση της εφημερίδας και το πρώτο φύλλο κυκλοφόρησε τη Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2012.
Πρόκειται για ένα ξεχωριστό και μοναδικό εγχείρημα που εκδηλώθηκε σε μια φάση κατά την οποία διαμορφώνονταν πρωτοφανείς συνθήκες στη σύγχρονη ελληνική ιστορία.
«Η Εφημερίδα των Συντακτών», την οποία εκδίδει ο «Συνεταιρισμός των εργαζομένων σε εφημερίδες και περιοδικά» μέσω της «Ανεξάρτητα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης Α.Ε.» με διακριτικό τίτλο «Η εφημερίδα των συντακτών Α.Ε.»,στην οποία ο Συνεταιρισμός είναι ο κύριος μέτοχος, συγκροτήθηκε κυρίως από πρώην εργαζόμενους στην «Ελευθεροτυπία» και την «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» -δημοσιογράφους, τεχνικούς και διοικητικούς- αλλά και από πρώην εργαζόμενους σε άλλα μέσα ενημέρωσης. Ήταν μια πραγματικά νέα εφημερίδα που γεννήθηκε μέσα στην κρίση και ήθελε να συμβάλει στην υπέρβασή της. Μια συνεταιριστική εφημερίδα που έμπαινε δυναμικά στην αγορά, χωρίς να έχει τη στήριξη της κυβέρνησης ή ενός πολιτικού κόμματος, χωρίς έναν ισχυρό ιδιοκτήτη-εκδότη, χωρίς να είναι τμήμα ενός συγκροτήματος ή ενός ομίλου μέσων ενημέρωσης.
Στο Καζίνο Ρίο ήδη από το Σεπτέμβριο του 2012 οι εργαζόμενοι αναζητούν μοντέλο υπαγωγής της επιχείρησης υπό την συμμετοχική δράση και διαχείριση των εργαζομένων, στους οποίους οφείλονται μεγάλα χρηματικά ποσά από επιδικασθείσες εργατικής φύσεως αξιώσεις, αλλά και από δεδουλευμένες αποδοχές. Στην περίπτωση αυτή, θα έλεγε μάλιστα κανείς ότι χάριν στη συμμετοχική δράση των εργαζομένων, η έχουσα την εκμετάλλευση του καζίνο επιχείρηση, η οποία βρίσκεται μια ανάσα πριν την πτώχευση, έχει παραμείνει επί 6 σχεδόν έτη ζωντανή, διατηρώντας τους μισθούς των εργαζομένων σταθερούς και όλες τις θέσεις εργασίας αλώβητες.
Το 2012 οι εργαζόμενοι του καζίνο Ρίο έκαναν το πρώτο βήμα, με σκοπό να πάρουν κατά κάποιο τρόπο την τύχη της επιχείρησης στα χέρια τους, διασφαλίζοντας το εισόδημα 250 οικογενειών. Μη υπάρχοντος νομικού πλαισίου, προσπάθησαν να δημιουργήσουν συμβατικές δεσμεύσεις στην εργοδοσία, με μία συμφωνία, στην οποία προβλέπονταν εξόφληση των εργατικών αξιώσεων δια μεταβίβασης προς τους εργαζομένους μετοχών της εταιρείας που εκμεταλλεύεται το Καζίνο. Συγκεκριμένα προβλέφθηκε ότι οι εργαζόμενοι θα συνέστησαν νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου συλλογικών συμφερόντων με μετόχους όλους τους εργαζόμενους, οι οποίοι θα συμμετείχαν σε αυτή βάσει της αναλογίας που θα προέκυπτε από τις αξιώσεις τους. Τις αξιώσεις αυτές θα εκχωρούσαν στην Εταιρεία των Εργαζομένων, η οποία θα λάμβανε περαιτέρω αντίστοιχες μετοχές της Εταιρείας Καζίνο, μετά από αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Εταιρείας Καζίνο και μεταβίβαση μετοχών προς την Εταιρεία Εργαζομένων αντίστοιχων με τις εκχωρούμενες αξιώσεις των εργαζομένων. Δια του τρόπου αυτού προβλέφθηκε η μετοχική συμμετοχή των εργαζομένων στην Εταιρεία Καζίνο. Τέλος συμφωνήθηκε ότι έναντι των όρων της συμφωνίας εξυγίανσης της επιχείρησης, η οποία αναδείχθηκε απαραίτητη για τη βιωσιμότητα του Καζίνο (προβλέφθηκε για ορισμένο χρόνο εξάωρη απασχόληση), οι εργαζόμενοι, δια προγράμματος stock option ή άλλου ισοδύναμου εταιρικού τρόπου, μέσω του εταιρικού τους σχήματος, θα λάμβαναν πρόσθετες μετοχές της Εταιρείας Καζίνο, αυξάνοντας την μετοχική τους συμμετοχή. Μάλιστα, προς διασφάλιση της μετοχικής συμμετοχής των εργαζομένων έγιναν διάφορες προβλέψεις για τη διαδικασία αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου, για τη διανομή μερίσματος, για τη διαχρονική διατήρηση του αριθμητικού ποσοστού συμμετοχής της Εταιρείας Εργαζομένων στο μετοχικό κεφάλαιο της Εταιρείας Καζίνο, για συμμετοχή της εταιρείας των εργαζομένων στο Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας Καζίνο, για δυνατότητα παρακολούθησης της οικονομικής διαχείρισης από την Εταιρεία των Εργαζομένων κλπ. Επίσης μεταξύ της Εταιρείας Καζίνο και της Εταιρείας των Εργαζομένων συνήφθη σύμβαση παροχής υπηρεσιών οργάνωσης του καζίνο. Η χρονική διάρκεια της ως άνω σύμβασης ταυτίστηκε με το χρόνο εξόφλησης των αξιώσεων των εργαζομένων, ενώ τα έσοδα από τη σύμβαση αυτή για την Εταιρεία Εργαζομένων συνδέθηκαν και με τα κέρδη που θα επέρχονταν, βάσει της ορθής διαχείρισης που θα εισηγούνταν η Εταιρεία Εργαζομένων.
Πράγματι προς υλοποίηση όσων παραπάνω προβλέφθηκαν οι εργαζόμενοι του Καζίνο Ρίο προέβησαν σε σύσταση της εταιρείας συλλογικών συμφερόντων με την επωνυμία «ΠΗΓΑΣΟΣ ΦΟΡΤΟΥΝΑ ΓΚΕΙΜΙΝΓΚ ΑΕ», μέτοχοι της οποίας είναι πάνω από 210 εργαζόμενοι του Casino Rio. Και παρότι μεσολάβησαν διάφορα γεγονότα που δεν επέτρεψαν μέχρι σήμερα τη μεταβίβαση μετοχών από την Εταιρεία Καζίνο στην Εταιρεία των Εργαζομένων, η ως άνω εταιρεία έχει αναπτύξει σημαντική δραστηριότητα στην κατεύθυνση μερικής ανάληψης τομέων του management της εργοδότριας εταιρείας. Δια του τρόπου αυτού οι εργαζόμενοι επιχειρούν, μέσω συστήματος ηθικών αρχών και εταιρικής διακυβέρνησης, απόλυτης διαφάνειας, επικοινωνίας και «ευφυούς» διαχείρισης, να αντιμετωπίσουν παθογένειες στη λειτουργία της επιχείρησης, προς άνοδο της αποδοτικότητας των εσόδων, προς δημιουργία νέων ευκαιριών, προς επίτευξη ικανοποιητικών οικονομικών αποτελεσμάτων, προς επαύξηση της αξιοπιστίας της εταιρείας, προς εξυγίανση αυτής, προς εμπέδωση καλού ενδοεταιρικού κλίματος, και προς διασφάλιση των θέσεων εργασίας. Στο εγχείρημα αυτό συμβάλουν οι εργαζόμενοι με απώτερο στόχο να αποτρέψουν τον κίνδυνο παύσης λειτουργίας της επιχείρησης, από την οποία βιοπορίζονται αυτοί και οι οικογένειές τους.
Τόσο το παράδειγμα της ΕφΣυν, όσο και το παράδειγμα του Casino Rio και όσα εκεί επιχειρούνται ίσως συνιστούν μία ένδειξη ότι θα πρέπει ο νομοθέτης να μεριμνήσει για τις περιπτώσεις που οι κοινωνικοί εταίροι, παρά τις διαφορές τους, προσπερνούν τις ιδεοληψίες που χρόνια ταλανίζουν τις σχέσεις εργοδοτών – εργαζομένων και ξεχωριστά ή από κοινού, επιδιώκουν σε εποχή κρίσης τη βιωσιμότητα μιας επιχείρησης, τη διατήρηση των αποδοχών των εργαζομένων στο ίδιο επίπεδο και τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας. Η εποχή των στείρων αντιπαραθέσεων έχει πλέον παρέλθει, ενώ είναι μάλλον αναχρονιστικό να μιλάμε για άσκηση διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη, χωρίς δυνατότητα τουλάχιστον «εργατικού ελέγχου» της διοίκησης μιας επιχείρησης.
Σε εποχές κρίσης η βασική αρχή ότι το κεφάλαιο προσλαμβάνει εργασία, μάλλον ανατρέπεται ή συμπορεύεται με τη δυνατότητα της εργασίας να προσλαμβάνει κεφάλαιο.