Στελέχη της αγοράς τυχερών παιχνιδιών επισημαίνουν πως «το καζίνο Λουτρακίου πληρώνει ακριβά τον συνεταιρισμό με τον τοπικό δήμο, καθώς κάποια στιγμή είχε φτάσει να απασχολεί σχεδόν διπλάσιους εργαζομένους από το καζίνο Πάρνηθας!». Οι ίδιες πηγές αναφέρουν πως για κάποια περίοδο οι υπάλληλοι του Καζίνο Λουτρακίου δεν προσέρχονταν όλοι στη δουλειά γιατί δεν είχαν πού να καθήσουν. Η κρίση, βέβαια, οδήγησε σε σημαντική συρρίκνωση του προσωπικού, με αποτέλεσμα σήμερα να έχουν μειωθεί σε 1.300 από 1.800 οι υπάλληλοι.
Οι δε Ισραηλινοί μεγαλομέτοχοι Μος Μπουμπλίλ και Γιγκάλ Ζιλκχά, που το 1995 άνοιξαν τις πύλες του καζίνο στο Λουτράκι, όχι μόνον έχουν ξεκαθαρίσει από το 2014 πως είναι πωλητές και θέλουν να φύγουν από την Ελλάδα, αλλά επιπλέον έχουν διαρραγεί και οι μεταξύ τους σχέσεις. Επομένως, είναι πλέον αργά για να επιβιώσει η μονάδα στο Λουτράκι που βαρύνεται με υποχρεώσεις προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία της τάξης των 20 εκατ. ευρώ, ενώ απασχολεί άμεσα 1.300 εργαζομένους και έμμεσα συντηρεί ένα ολόκληρο σύμπλεγμα προμηθευτών. Ή μήπως όχι;
Το δυνητικό επενδυτικό ενδιαφέρον που συγκεντρώνει οψίμως η ελληνική αγορά τυχερών παιχνιδιών, συνεπικουρουμένη από την άνοδο του τουρισμού και τις επικείμενες αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο, δημιουργεί ελπίδες.
O «Λευκός Ιππότης»
Κάτι που έχει προσέξει ένα αμερικανικό private equity fund, που βρίσκεται ήδη σε συζητήσεις με τους ξένους μεγαλομετόχους του καζίνο, τους Iσραηλινούς της Powerbrook. Δεν πρόκειται ούτε για το αμερικανικό Navegante Group, που άλλωστε αποτελεί απλώς διαχειριστή καζίνο και όχι επενδυτικό κεφάλαιο, ούτε για το γαλλικό Groupe Partouche. «Οι κουβέντες με τους Γάλλους έχουν σταματήσει από καιρό και η Navegante μπορεί να εμφανιστεί ή να μην εμφανιστεί στο μέλλον, αλλά αυτό θα γίνει σε συνεννόηση με τα νέα αφεντικά. Αν βεβαίως καρποφορήσουν οι εν εξελίξει συζητήσεις, που έχουν πολλές αιρεσιμότητες», σημειώνει στην «Κ» πηγή με άριστη γνώση των όσων λαμβάνουν χώρα το τελευταίο διάστημα.
Ο νέος συνομιλητής και δυνητικός επενδυτής φέρεται να είναι το αμερικανικό private equity CVC Capital Partners που έγινε γνωστό στην Ελλάδα αυτή την άνοιξη, όταν εξαγόρασε το πλειοψηφικό πακέτο του νοσοκομείου Metropolitan έναντι 80 εκατ. ευρώ. Και για το Λουτράκι ενδέχεται να μη χρειαστεί περισσότερα από 25 με 30 εκατ., αν δεν αποδειχθεί και αυτός απλά ακόμα ένας από τους πολλούς επενδυτές που έχουν ακουστεί τα τελευταία χρόνια για να ξεχαστούν λίγο μετά. «Κλειδί» για την είσοδο στο καζίνο της CVC, όπως και κάθε άλλου επενδυτή, είναι η ρύθμιση των χρεών της επιχείρησης κυρίως προς το Δημόσιο και προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Το καζίνο έχει καταθέσει στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Λουτρακίου αίτηση επικύρωσης συμφωνίας ρύθμισης των υποχρεώσεών του, με την οποία συναινεί περίπου το 68% των πιστωτών του. Η υπόθεση έχει συζητηθεί, και το επόμενο διάστημα αναμένεται η απόφαση του δικαστηρίου.
Συναίνεση πιστωτών
Στους συναινούντες πιστωτές περιλαμβάνονται τόσο ο δήμος και το σωματείο εργαζομένων όσο και ο εμπορικός σύλλογος και το επιμελητήριο της πόλης, αλλά και άλλοι πέντε γειτονικοί δήμοι. Το ίδιο και η βασική πιστώτρια Τράπεζα Πειραιώς, η οποία έχει υπόλοιπο δανεισμού προς το καζίνο –το οποίο λειτουργεί ως κοινοπραξία της Club Hotel Loutraki με τον δήμο– της τάξης των 6 εκατ. ευρώ, αλλά έχει δανείσει και τη μητρική, την Club Hotel Loutraki, με άλλα περίπου 40 εκατ. (έχοντας λάβει ως εξασφάλιση το Grand Casino Beograd στη Σερβία που ανήκει στην Club Hotel). Είναι η κοινοπραξία με τον δήμο που ζητεί την επικύρωση της συμφωνίας, για να ρυθμίσει οφειλές της τάξης των 20 εκατ. ευρώ, κυρίως προς τα ασφαλιστικά ταμεία, και άλλων 6 εκατ. στην τράπεζα.
Εάν η συμφωνία επικυρωθεί, τότε η μητρική, η Club Hotel Loutraki, θα προχωρήσει, εφόσον συναινέσει η CVC ή άλλος επενδυτής, σε αύξηση κεφαλαίου της τάξης των 30 εκατ. ευρώ. Να σημειωθεί πως στη μητρική αυτή η Powerbrook κατέχει περί το 82%, ενώ το υπόλοιπο μετοχικό κεφάλαιο ελέγχεται από το, ελληνικών συμφερόντων private equity, Sciens Capital Management. Η συμμετοχή του στην αύξηση όπως και των στρατηγικών επενδυτών μένει να αποφασιστεί, εφόσον επικυρωθεί η συμφωνία εξυγίανσης αλλά και εφόσον καταστεί δυνατή η μεταφορά χρημάτων από τη μητρική προς τη θυγατρική χωρίς επιβαρύνσεις. Διότι αυτή τη στιγμή το νομικό καθεστώς –υπό το οποίο λειτουργεί η κοινοπραξία (Τουριστική Λουτρακίου Α.Ε. ΟΤΑ/Club Hotel Casino Loutraki S.A.) με τον Δήμο Λουτρακίου– χαρακτηρίζεται αδόκιμο και ιδιότυπο και επιδιώκεται η μετατροπή της σε ανώνυμη ή άλλου τύπου κανονική εταιρεία. Είναι αυτό το καθεστώς που έχει τοποθετήσει μεταξύ των πιστωτών και τη μητρική Club Hotel Loutraki, η οποία όταν χορηγούσε χρήματα στην κοινοπραξία, το έκανε υπό τη μορφή δανείων.
Οι μεγαλομέτοχοι «πήγαν πάσο» από το 2014
Δεν είναι η πρώτη φορά που το καζίνο επιχειρεί να ενταχθεί στο προπτωχευτικό δίκαιο. Το έχει κάνει άλλη μια φορά προ τριετίας και μάλιστα τότε με συναινούντα και τα ασφαλιστικά ταμεία. Και αυτό διότι τότε ήταν, λέει, συνεπές στις υποχρεώσεις του προς αυτά και είχε κάποιες οφειλές μόνο στο Δημόσιο. Ομως από τα τέλη του 2015 και μετά, επικαλούμενο μεγάλη πτώση του τζίρου εξαιτίας και των capital controls, δήλωσε αδυναμία να εκπληρώσει το σύνολο των υποχρεώσεών του προς τα Ταμεία.
Αλήθεια ή δικαιολογίες, γεγονός είναι πως οι μεγαλομέτοχοι Μος Μπουμπλίλ, που ειδικεύεται στον ξενοδοχειακό τομέα, και Γιγκάλ Ζιλκχά, που ειδικεύεται στα καζίνο, εμφανίζονται από το 2014 να επιδιώκουν να απεμπλακούν με κάθε τρόπο από το καζίνο Λουτρακίου. «Ακόμα και για ένα ευρώ», λένε κύκλοι με γνώση της ιστορίας.
Με αυτό δεδομένο, δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί έφτασε έως εδώ η επιχείρηση. Επιπλέον, οι υποστηρικτές των μετόχων σημειώνουν και τη μεγάλη πτώση των τζίρων μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, την ανελαστικότητα στις απολύσεις (το ξενοδοχείο λειτουργεί με πλήρη επάνδρωση 12 μήνες παρά την εποχικότητα στις πληρότητές του) και την υψηλότατη φορολόγηση, της τάξης του 37% επί του ακαθαρίστου τζίρου τους (35% το Δημόσιο και 2% ο δήμος).
Είναι άλλωστε η προοπτική μείωσης αυτής της φορολόγησης, με νομοσχέδιο που σχεδιάζεται να έρθει στη Βουλή για να επιτρέψει και την αδειοδότηση καζίνο στο Ελληνικό, που έχει αναζωογονήσει το όποιο επενδυτικό ενδιαφέρον. Οσον αφορά τη «λεπτομέρεια» της διευθέτησης του χρέους των 40 εκατ. της μητρικής Club Hotel Loutraki προς την Πειραιώς, οι πληροφορίες θέλουν να δρομολογείται η εξόφλησή του με την πώληση του ξενοδοχειακού ακινήτου που στεγάζει το Grand Casino στο Βελιγράδι. Μόνον εφόσον όλα αυτά τρέξουν κατά τον παραπάνω σχεδιασμό, θα μπουν τα λεφτά της αύξησης κεφαλαίου της μητρικής στην κοινοπραξία με τον δήμο για να μπορέσει η δεύτερη να αποπληρώσει τις υποχρεώσεις της σύμφωνα με το σχέδιο εξυγίανσης αλλά και να χρηματοδοτήσει τις αποζημιώσεις των απολύσεων.
Η εγχώρια αγορά
Η αγορά των καζίνο στην Ελλάδα, το συνολικό δηλαδή χρηματικό ποσό που παίζουν οι παίκτες (DROP), είναι της τάξης του 1,6 δισ. ευρώ. Πολύ χαμηλότερο από τα 2,8 δισ. του 2006, αλλά σε κάθε περίπτωση διόλου ευκαταφρόνητο. Το ποσό αυτό προκύπτει από την Εκθεση Πεπραγμένων της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων για τη χρήση του 2015 αλλά και από τις εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς που μιλούν για σταθεροποίηση το 2016 σε παρόμοια επίπεδα με αυτά του 2015. Κάποια από τα μικρότερα καζίνο εμφανίζουν πτώση, ενώ κάποια από τα μεγάλα άνοδο. Ειδικά από τον Μάιο του 2016 και μετά, αναφέρεται και μικρή ανάκαμψη στις μεγαλύτερες μονάδες. Τα στοιχεία για το 2016 δεν έχουν δημοσιευθεί ακόμα από την Επιτροπή Παιγνίων, αλλά οι παραπάνω εκτιμήσεις χαρακτηρίζονται ασφαλείς. Για την περίοδο 2006-2015, το σύνολο των επιχειρήσεων καταγράφει απώλειες του κύκλου εργασιών τους σε ποσοστό 44%, με τέσσερα από τα εννέα λειτουργούντα καζίνο να καταγράφουν μείωση άνω του 50%. Η μεγαλύτερη μείωση σημειώνεται για το καζίνο Πόρτο Καρράς, η οποία ανήλθε σε 86% και ακολουθούν το καζίνο Αιγαίου (74%), το καζίνο Αχαΐας (69%) και τέλος το καζίνο Λουτρακίου (60%).
Πρέπει να σημειωθεί πως τα ακαθάριστα έσοδα των καζίνο είναι σημαντικά μικρότερα από τον τζίρο του 1,6 δισ. ευρώ, αφού αφαιρούνται οι φόροι αλλά και τα κέρδη των παικτών και άλλες επιβαρύνσεις. Εντούτοις τα ακαθάριστα έσοδα (WIN) του συνόλου των επιχειρήσεων καζίνων παρουσιάζουν υψηλότερο ρυθμό μείωσης από τον αντίστοιχο του κύκλου εργασιών τους, τα οποία για το σύνολο της δεκαετίας 2006-2015 ανήλθαν σε 61,5% και κυμάνθηκαν μεταξύ 31% και 88% σε επίπεδο επιχείρησης. Το σύνολο των 9 καζίνο εμφανίζει ακαθάριστα έσοδα 264,9 εκατομμύρια ευρώ το 2015 έναντι 688,1 εκατομμύρια το 2006. Στη δεκαετία σημαντικές απώλειες εμφάνισαν τα έσοδα από την αμερικάνικη ρουλέτα (-71,42%) και το μπλακ τζακ (-67,87%). Στο σύνολο της δεκαετίας η μικρότερη αρνητική μεταβολή παρατηρήθηκε στα ηλεκτρονικά τυχερά παίγνια που διεξάγονται με παιγνιομηχανές (slot machines).
Μείωση φορολογίας, αύξηση τουρισμού, τα δυνατά χαρτιά για να «ρεφάρει» ο κλάδος
Είναι απορίας άξιον, για τους αμύητους, πώς είναι δυνατόν να υπάρχει επενδυτικό ενδιαφέρον για τα ελληνικά καζίνο. Χτυπημένα από την κρίση και συχνά βεβαρημένα με τεράστια μη εξυπηρετούμενα χρέη αλλά και πολλαπλές δικαστικές διαμάχες, εμφανίζονται ως βαριά προβληματικές επιχειρήσεις. Ομως, εάν προσέξει κανείς τις διεργασίες που έχουν τεθεί σε κίνηση, θα αντιληφθεί πως επιδιώκεται και κυοφορείται μια θετική ανατροπή. Το εάν η προσπάθεια θα είναι επιτυχής θα εξαρτηθεί από κινήσεις της κυβέρνησης που μπορούν να ανοίξουν τη διεθνή αγορά επισκεπτών που επιθυμούν να παίζουν στα καζίνο. Και αυτό είναι δυνατόν να συμβεί τόσο μέσω της μεγάλης ανάπτυξης που καταγράφει ο ελληνικός τουρισμός εν γένει όσο και ειδικότερα με την αδειοδότηση ενός υψηλού επιπέδου καζίνο στο Ελληνικό, αλλά και τη μεταφορά του καζίνο της Πάρνηθας σε αθηναϊκό προάστιο. Για να μπορέσει αυτή η αγορά να ανθήσει και το Δημόσιο να εισπράξει χρήματα τόσο από την αδειοδότηση όσο και από τη λειτουργία, απαιτείται φιλικότερο φορολογικό πλαίσιο.
Αυτό προκύπτει ξεκάθαρα σύμφωνα με το “kathimerini.gr” τόσο από την αγορά όσο και από τη μελέτη που παρήγγειλε το υπουργείο Οικονομικών από την Grant Thornton, προκειμένου να προχωρήσει στην αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου των καζίνο. Αναμόρφωση που, να σημειωθεί, αποτελεί μνημονιακή υποχρέωση, καθώς έχει «παντρευτεί» με την αδειοδότηση του καζίνο στο Ελληνικό. Είναι αυτή η αναμόρφωση που έχει φέρει στα γραφεία της κυβέρνησης, αλλά και του επενδυτικού σχήματος που προσπαθεί να προωθήσει το Ελληνικό, σειρά ξένων ομίλων του παγκόσμιου entertainment, εξηγεί στην «Κ» πηγή του υπουργείου Οικονομίας.
Οι πληροφορίες για το υπό κατάθεση, ενδεχομένως και εντός των επόμενων εβδομάδων, νομοσχέδιο μιλούν για ένα νέο καθεστώς φορολόγησης των τραπεζιών αλλά και των παιγνιομηχανημάτων. Ειδικότερα θεσμικές εισηγήσεις που δέχεται η κυβέρνηση θέλουν να υιοθετείται μεικτό σύστημα που κατά μέσον όρο θα κατεβάσει τον συντελεστή επί του μεικτού τζίρου από το τρέχον 30% με 37% (ανάλογα με την περίπτωση) στο 25% ή ακόμα και χαμηλότερα. Η χαμηλότερη μεσοσταθμική φορολογία για τα καζίνο θα προκύπτει με την εφαρμογή διαφορετικού συντελεστή για τα έσοδα από τα τραπέζια (π.χ. ρουλέτα). Συγκεκριμένα, αυτός ο μέσος όρος θα προκύπτει, σύμφωνα με τις πληροφορίες αυτές, από τη μείωση του φόρου επί των μεικτών κερδών (GGR) στα τραπέζια (ρουλέτα, black jack κ.λπ.) κοντά στο 15% και των παιγνιομηχανημάτων στο 30%.
Παρά την αρχική εντύπωση πως το δημοσιονομικό έσοδο θα μειωθεί, οι ειδικοί έχουν τεκμηριώσει πως ο συνολικός τζίρος θα αυξηθεί και παράλληλα οι αδειοδοτήσεις και οι επενδύσεις που μπορεί να φέρουν οι νέες ρυθμίσεις θα ενισχύσουν περαιτέρω την οικονομική δραστηριότητα. Είναι χαρακτηριστικό πως πηγές με ενδελεχή γνώση των διεργασιών για τη μεταφορά του καζίνο της Πάρνηθας σε έκταση πλησιέστερα στην πρωτεύουσα αλλά εκτός του αστικού ιστού πληροφορούν την «Κ» ότι η εταιρεία που ελέγχει το Mont Parnes (στην οποία συμμετέχει και το ελληνικό Δημόσιο) έχει δεσμευθεί για επενδύσεις ύψους 150 εκατ. ευρώ κατά τη μετεγκατάσταση και την ανάπτυξη σε νέο χώρο. Πολλαπλάσια υπολογίζεται η επένδυση στο καζίνο του Ελληνικού, εάν βέβαια κάποτε προχωρήσει η παραχώρηση…